Σάββατο, 18 Μαΐου, 2024

Η αυταπάτη των πλεονασμάτων

Δεν δικαιούμαστε να καμαρώνουμε για τα αιματηρά πλεονάσματα

Οδηγούν σε κοινωνικά δράματα και οικονομική καχεξία

Γράφει ο Νίκος Αναγνωστάτος

Είναι αδιανόητο να καμαρώνουμε για πλεονάσματα πάνω από την, έστω και προσχηματική, ανάπτυξη. Πλεόνασμα ουσιαστικό είναι εκείνο που περισσεύει μετά την καταβολή των υποχρεώσεων της Πολιτείας και το οποίο προέρχεται από ανάπτυξη. Όταν λοιπόν η ανάπτυξή μας είναι το πολύ 2%, πως μπορεί να είναι υγιές ένα πλεόνασμα 4% ή και ακόμη περισσότερο, όπως κομπορρημονεί η κυβέρνηση; Δεν είναι απλά λάθος, είναι έγκλημα και όχι μόνο κατά την έννοια του Ταλεϋράνδου. Είναι έγκλημα διότι προέρχεται από αιματηρή φορολογία, μέχρι και αδυναμίας καταβολής των υπέρογκων αυτών φόρων αφ’ ενός, αλλά και πέδησης, φρένο της δυνατότητας ανάπτυξης, αφού στερείς χρήματα από την αγορά, είτε στην κατανάλωση, είτε στην επένδυση. Ένας στους δύο Έλληνες χρωστάει στην εφορία λιγότερο από 500 ευρώ, γράφει το «ΠΑΡΟΝ».

Για ποιο λόγο γίνεται αυτό; Η κυβέρνηση δεν το αντιλαμβάνεται; Κάτι που δεν χρειάζονται οικονομικές γνώσεις, είναι δυνατό να το αγνοεί η κυβέρνηση και οι οικονομικοί Υπουργοί; Η απάντηση είναι πολύ απλή και πολύ εύκολη. Ασφαλώς και το γνωρίζει η κυβέρνηση, άρα επιλέγει να ικανοποιήσει άλλον σκοπό, ο οποίος κατά την κυβέρνηση, υπερβαίνει την αξία και την ουσία της οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και την εξαθλίωση του ελληνικού λαού. Ο σκοπός αυτός έχει διπλό αιτιολογικό. Η δημοσκοπική κατάρρευση του κυβερνώντος κόμματος, που απηχεί τις θέσεις της ελληνικής κοινωνίας από το ένα μέρος και η προεκλογική περίοδος την οποία διανύουμε από το άλλο, στην προσπάθεια της κυβέρνησης να ανακάμψει με κάθε κόστος και θυσία, τοποθετούν το συμφέρον του λαού και της χώρας, σε δεύτερης σημασίας επίπεδο. Άρα η επιδίωξη του υπερ-πλεονάσματος δεν είναι αυταπάτη αλλά σκέτη απάτη!

Το πλεόνασμα πάνω από αυτό που μας υποχρεώνει το Μνημόνιο ή οι δεσμεύεις μας, είναι καταστροφικό. Το πλεόνασμα αυτό, όπως γνωρίζουμε, είναι 3,5% επί του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος, το οποίο έχει κατέλθει στα 175 δις ευρώ περίπου, που αντιστοιχεί σε 6,2 δις ευρώ. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στους τόκους του χρέους μας χωρίς το χρεολύσιο, το οποίο υποχρεούμαστε να καταβάλουμε σε μια περίοδο χάριτος ως προς την μη καταβολή και του χρεολυσίου, η οποία αρχικά ήταν μέχρι το 2022. Το όποιο πλεόνασμα πάνω από αυτό το ποσό είναι τόσο επιζήμιο, όσο και αδικαιολόγητο και προ πάντων δεν επιτρέπει στην κυβέρνηση να θριαμβολογεί, μια και προέρχεται κυρίως από αιματηρή φορολογία του ήδη εξαχρειωμένου ελληνικού λαού και επιχειρήσεων. Το ποσό αυτό συμπληρώνεται με την μη καταβολή των χρωστούμενων του κράτους προς τους ιδιώτες και την περικοπή από το προβλεπόμενο ποσό των δημοσίων επενδύσεων. Έτσι λιγότερες επενδύσεις που συμπληρώνεται με αύξηση των φόρων.

Από τη στιγμή λοιπόν που θεωρούμε καταστροφικό για την οικονομία μας και την διαβίωση του ελληνικού λαού, ποιος είναι ο λόγος που οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, μας το έχουν επιβάλει; Δεν γνωρίζουν ότι μας βλάπτει; Η απάντηση και εδώ έχει δύο σκέλη κατά την κρίση μου. Το ένα είναι ότι φοβούνται ότι αν μας αφήσουν χωρίς μια τέτοια υποχρέωση, θα το ρίξουμε έξω και δεν θα έχει τα προβλεπόμενα θετικά αποτελέσματα στην οικονομία. Άλλωστε μια τέτοια λαϊκιστική πολιτική παρατηρούμε να εξελίσσεται κάθε μέρα. Ως υποχρέωση όμως δεν μπορούμε να ξεφύγουμε πολύ. Το δεύτερο σκέλος είναι ότι προσδοκούν να πετύχουμε μια κάποια ανάπτυξη που θα μειώσει την υπερ-φορολόγηση και την εξ αυτής μείωση των δυσμενών συνεπειών, φθάνοντας στο σημείο να το πετυχαίνουμε ολόκληρο το ποσό των τόκων των 6,2 δις ευρώ, από την ανάπτυξη. Άλλωστε το βαθύτερο σκεπτικό των Μνημονίων, είναι να δημιουργήσουμε ένα προσφιλές επενδυτικό περιβάλλον, ούτως ώστε με επενδύσεις και οικονομική ανάπτυξη να ξεφύγουμε από τις ασφυκτικές πιέσεις περιστολής των δαπανών, συμπεριλαμβανομένων μειώσεων των κάθε μορφής αποδοχών μας.

Οι «ειδικοί» στην Ε.Ε. από τη άλλη, δεν απαλλάσσονται που ζητούν πλεονάσματα και απαιτούν μέτρα περιστολής, γνωρίζοντας ότι με τέτοιες συνθήκες και προϋποθέσεις, θα αργήσει πολύ η ανάπτυξη. Η κυβέρνηση είτε αυτή είτε η επόμενη, οφείλει να επιμείνει σε χαλαρότερη οικονομική πολιτική, με την προϋπόθεση ότι η κυβέρνηση θα ακολουθήσει ένα συνετό αναπτυξιακό πρόγραμμα, με επενδύσεις και αποφυγή πρόωρων παροχών και μέτρων μη ευθέως αναπτυξιακού χαρακτήρα. Το πρώτο λοιπόν που οφείλει να επιτύχει η κυβέρνηση, είναι μια περίοδος χάριτος τουλάχιστον πενταετίας αν όχι δεκαετίας, χωρίς κανένα πλεόνασμα, σε συνδυασμό με ένα ταχύρυθμο αναπτυξιακό πρόγραμμα, με μειωμένους φόρους, εισφορές και διαδικασίες γραφειοκρατικές χορηγήσεως αδειών λειτουργίας, έτσι ώστε στην δεκαετία να είμαστε σε θέση, όχι μόνο να καταβάλουμε ολόκληρο το τοκοχρεολύσιο, αλλά να μειωθεί δραστικά η ανεργία, να δοθούν μισθολογικές αυξήσεις και γενικά η οικονομία και η κοινωνία να επανέλθει στην κανονικότητα. Κατά τη σοφή ρήση του Προέδρου του ΕΒΕΑ Κων/νου Μίχαλου, να επιτευχθούν τα τρία «Σ», Συναίνεση, Συνεργασία, Συνεννόηση! Τις τρεις αυτές αναγκαίες προϋποθέσεις για να επιτευχθεί ανάπτυξη μια ώρα αρχύτερα.

Να μην μας διαφεύγει ότι η χώρα μας διαθέτει λαμπρά επιχειρηματικά μυαλά και μεγάλο πλούτο, εναέριο, επίγειο, υπόγειο θαλάσσιο και υποθαλάσσιο, ώστε κάθε άξιος επενδυτής να δύναται να αναπτύξει τις επιχειρηματικές του ικανότητές όπου ο ίδιος επιλέξει. Το κράτος, η κυβέρνηση, να αποφασίσει να απαλείψει κάθε γραφειοκρατικό ή άλλο ανασχετικό εμπόδιο, έτσι ώστε να αφεθεί ο επιχειρηματίας να δράσει ανενόχλητος, οπότε να είμαστε όλοι βέβαιοι ότι θα θριαμβεύσει στο κλάδο του. Ζωντανό παράδειγμα και απόδειξη της αξιοσύνης του Έλληνα επιχειρηματία, είναι ο Έλληνας εφοπλιστής! Η Ελληνική Εμπορική Ναυτιλία έχει κυριαρχήσει στον παγκόσμιο υγρό στίβο και αναπτύσσει ανενόχλητος τις επιχειρηματικές του ικανότητες, Έτσι η Ελληνική Ναυτιλία είναι πρώτη στον κόσμο, απλά διότι ο Έλληνας Εφοπλιστής ενεργεί και δρα ελεύθερα, χωρίς τα εμπόδια και ανασχέσεις του ελληνικού κράτους. Είναι τόσο απλό και τόσο εύκολο να γίνει αντιληπτό και είναι να απορεί κανείς για τους λόγους που η όποια ελληνική κυβέρνηση δεν το αντιλαμβάνεται ώστε να εφαρμόσει ό,τι κριθεί αναγκαίο για να έχουμε παρόμοια αποτελέσματα και στη στεριά.
Σημαντικό θετικό ρόλο έπαιξε το Π.Δ. 2687/1953 περί Επενδύσεων και Προστασίας Κεφαλαίων Εξωτερικού, σύμφωνα με το οποίο κάθε πλοίο που νηολογείται στην Ελλάδα εκδιδόταν μία εγκριτική πράξη που υπέγραφαν όλοι οι συναρμόδιοι Υπουργοί, η οποία δημοσιευόταν σε μια Εφημερίδα Κυβερνήσεως (ΦΕΚ), στην οποία περιγραφόταν οι όροι με τους οποίους νηολογείται το συγκεκριμένο πλοίο στην Ελληνική Σημαία. Οι όροι αυτοί ισχύουν και διέπουν τις σχέσεις με το ελληνικό δημόσιο καθ’ όλη την ζωή του πλοίου στην Ελληνική Σημαία. Οι όροι αυτοί, στους οποίους περιλαμβανόταν το καθεστώς της φορολογίας, τη σύνθεση του πληρώματος και κάθε άλλη λεπτομέρεια, η ελληνική κυβέρνηση δεν επιτρεπόταν να διαφοροποιηθούν επί τα χείρω παρά μόνο επί τα βελτίω. Το Νομοθετικό αυτό Διάταγμα συνέβαλε στο να δημιουργηθεί η εμπιστοσύνη των ξένων και ελληνικών Τραπεζών, στο να δανειοδοτήσουν τους Έλληνες Εφοπλιστές και έτσι η Ελληνική Εμπορική Ναυτιλία εκτοξεύτηκε στην πρώτη θέση διεθνώς, θέση που διατηρεί συνεχώς σε λύπη και μένος όλων των μεγάλων ναυτιλιακών κρατών.

Νίκος Αναγνωστάτος

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ