Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024

Γιατί η κυβέρνηση επέλεξε την «καθαρή έξοδο»;

Μετά τις δηλώσεις του Ευκλείδη Τσακαλώτου στους Financial Times περί αυξημένης επιτήρησης, το ζήτημα της «καθαρής εξόδου» κυριαρχεί στον δημόσιο διάλογο. Πέρα όμως από το πόσο «καθαρή» θα είναι η έξοδος, είναι κρίσιμης σημασίας το ερώτημα γιατί η κυβέρνηση απέρριψε την πιστοληπτική γραμμή την οποία προκρίνουν οι Γιάννης Στουρνάρας και Μάριο Ντράγκι.
Ο ορισμός της… καθαρότητας

Στη χτεσινή συνέντευξή του στο ΑΠΕ ο Δημήτρης Τζανακόπουλος συνόψισε το κυβερνητικό αφήγημα για την περίοδο που θα ανοίξει μετά τον Αύγουστο: «Τα σενάρια περί παράτασης του προγράμματος, πιστοληπτικής γραμμής, νέων μέτρων και επιπλέον λιτότητας έχουν διαψευστεί και βαδίζουμε προς μια συμφωνία στις 21 Ιουνίου που θα επισφραγίσει την καθαρή έξοδο της Ελλάδας από το Μνημόνιο και θα καθορίσει τις λεπτομέρειες για την ρύθμιση του ελληνικού χρέους»

Κανονικά «καθαρή έξοδος» θα σήμαινε:

– Δανεισμό από τις χρηματαγορές.

– Ανάκτηση από την ελληνική κυβέρνηση του ελέγχου της οικονομικής πολιτικής, τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό με τα άλλα κράτη της ευρωζώνης.

– Ίδιους όρους επιτήρησης με εκείνους που ισχύουν για τα άλλα κράτη της ευρωζώνης (Ιρλανδία, Κύπρος, Πορτογαλία, Ισπανία) που βγήκαν από Μμνημόνιο.

Είναι πλέον σαφές ότι από αυτές τις τρεις προϋποθέσεις θα εκπληρωθεί μόνο η μία, δηλαδή ο δανεισμός από τις χρηματαγορές. Η «μεταμνημονιακή» Ελλάδα θα βρίσκεται υπό καθεστώς αυξημένης επιτήρησης (4 επισκέψεις ελεγκτών ετησίως αντί για 2 που ισχύει για τις άλλες χώρες που έχουν βγει από πρόγραμμα). Επιπλέον, τα όρια ελευθερίας στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής που θα διαθέτει η όποια ελληνική κυβέρνηση, θα είναι εξαιρετικά περιορισμένα. Οι προβλέψεις για πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2021, οι περικοπές σε συντάξεις και αφορολόγητο που έχουν ήδη ψηφιστεί, καθώς και η «ρήτρα μη αναστρεψιμότητας» που θα περιέχεται στο «μεταμνημονιακό αναπτυξιακό σχέδιο», «κλειδώνουν» τις βασικές πτυχές οικονομικής πολιτικής σύμφωνα με τις επιθυμίες των δανειστών. Ωστόσο, το ότι πληρείται ο πρώτος (και βασικός) όρος της «καθαρής εξόδου, δηλαδή ο δανεισμός από τις χρηματαγορές, επ’ ουδενί αποτελεί ήσσονος σημασίας ζήτημα
Η πιστοληπτική γραμμή

Ο βασικός κίνδυνος που θα αντιμετωπίσουν τα δημόσια οικονομικά τη «μεταμνημονιακή» περίοδο, θα είναι η βιωσιμότητα των επιτοκίων δανεισμού των χρηματαγορών. Τα δάνεια που παίρνει η Ελλάδα από τον ESM έχουν επιτόκιο 1%, ενώ το ελληνικό ομόλογο εαυτή τη στιγμή είναι λίγο κάτω από 4%. Επιτόκια γύρω στο 5% θεωρούνται μη βιώσιμα.

Για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος του μη βιώσιμου δανεισμού, θα χρειαστεί μια δικλείδα ασφαλείας. Τόσο για τον Γιάννη Στουρνάρα όσο και για τον Μάριο Ντράγκι, αυτή η δικλείδα είναι η πιστοληπτική γραμμή στήριξης(ECCL). Η πιστοληπτική γραμμή είναι ένα ταμείο που δημιουργεί ο ESM από τα αδιάθετα του Μνημονίου (27 δισ.) το οποίο ενεργοποιείται σε περίπτωση που τα επιτόκια δανεισμού των αγορών δεν είναι βιώσιμα. Για τον Γιάννη Στουρνάρα, το βασικό πλεονέκτημα της πιστοληπτικής γραμμής είναι ότι διασφαλίζει τη συνέχισης της «παρέκκλισης» (waiver) στα επιτόκια δανεισμού της ΕΚΤ προς τις ελληνικές τράπεζες, δηλαδή εξασφαλίζει τη συνέχιση του φτηνού δανεισμού τους.
Το μαξιλάρι ασφαλείας

Ωστόσο, η κυβέρνηση απέρριψε την πιστοληπτική γραμμή κι επέλεξε το «μαξιλάρι ασφαλείας» (cash buffer) ως το ταμείο στο οποίο θα καταφύγει το Δημόσιο αν τα επιτόκια δανεισμού των χρηματαγορών είναι απαγορευτικά. Το μαξιλάρι ασφαλείας θα έχει κατά πάσα πιθανότητα γύρω στα 18 δισ. και αποτελείται από:

• Τα υπόλοιπα των προηγούμενων δόσεων του 3ου Μνημονίου που βρίσκονται στα κρατικά ταμεία.

• Τα χρήματα της τέταρτη δόσης.

• Τα ποσά που θα προέλθουν από τις δοκιμαστικές εξόδους στις αγορές μέσα στο 2018.
Η επιτήρηση και το αφήγημα

Η κυβέρνηση επέλεξε το μαξιλάρι ασφαλείας τόσο για πολιτικούς όσο και για οικονομικούς λόγους:

Το μαξιλάρι είναι πιο συμβατό με το πολιτικό αφήγημα περί «τέλους των μνημονίων».

Η πιστοληπτική γραμμή είναι ένα πλαίσιο που προσιδιάζει περισσότερο σε 4ο Μνημόνιο απ’ ό,τι το μαξιλάρι, αφού προβλέπει μια σαφώς πιο αυστηρή επιτήρηση.

Το μαξιλάρι ασφαλείας, εκτιμούν στην κυβέρνηση, θα δώσει ένα πιο καθαρό μήνυμα αλλαγής σελίδας της ελληνικής οικονομίας. Μήνυμα που το χρειάζονται τόσο οι χρηματαγορές όσο και οι ξένοι επενδυτές.

Τέλος, το μαξιλάρι ασφαλείας έχει ένα μείζον πλεονέκτημα για τους δανειστές: Εν αντιθέσει με την πιστολητπική γραμμή, δεν απαιτεί ψηφοφορίες στα ευρωπαϊκά κοινοβούλια. Στην πραγματικότητα, κυβέρνηση και δανειστές συμπίπτουν στην πολιτική απόφαση να σταλεί τον Αύγουστο του 2018 το πολιτικό μήνυμα ότι «το ελληνικό ζήτημα έκλεισε». Η αυξημένη επιτήρηση είναι ο μηχανισμός με τον οποίο διασφαλίζουν οι δανειστές ότι το «ελληνικό ζήτημα κλείνει» όχι μόνο με τον τρόπο που αυτοί θέλουν, αλλά και δεν πρόκειται να ξανανοίξει.

newpost.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ