Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Για μείωση βαρών μιλάνε Τσακαλώτος, Μητσοτάκης και Στουρνάρας εν όψει… εκλογών

Μπορεί η ημερομηνία διεξαγωγής των επόμενων εθνικών εκλογών να μην είναι γνωστή και τα σενάρια επί του θέματος να πολλαπλασιάζονται όσο περνούν οι εβδομάδες, όμως ένα είναι βέβαιο: ότι κατά την προεκλογική περίοδο ένα από τα θέματα που θα κυριαρχήσουν θα είναι οι φόροι.

Τα δείγματα υπάρχουν από τώρα και είναι πολλά:
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης υπόσχεται μειώσεις φορολογικών επιβαρύνσεων εφόσον αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, και μάλιστα από τις πρώτες εβδομάδες ανάληψης της εξουσίας.
Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος – ως καθ’ ύλην αρμόδιος για την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης – ανασύρει από το συρτάρι το «χαρτί» των υπερπλεονασμάτων για την περίοδο 2019 – 2022, το οποίο μπορεί να εξασφαλίσει μειώσεις φόρων της τάξεως των 3,5 δισ. ευρώ.
Στο επικοινωνιακό παιχνίδι μπήκε από τις αρχές της εβδομάδας και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος μίλησε στη γενική συνέλευση των μετόχων της ΤτΕ για «φορολογική κόπωση» των Ελλήνων και για ανάγκη αλλαγής του μείγματος φορολογικής πολιτικής.

Είναι προφανές ότι τόσο τα δύο κόμματα που θα κονταροχτυπηθούν για τη διακυβέρνηση της χώρας κατά τη «μεταμνημονιακή» εποχή όσο και η Τράπεζα της Ελλάδος έχουν στο μυαλό τους ότι η επόμενη ημέρα θα πρέπει να φέρει και μικρότερους φορολογικούς συντελεστές. Τα βασικά ερωτήματα βεβαίως παραμένουν αναπάντητα:
Πώς θα χρηματοδοτηθεί η μείωση των φορολογικών συντελεστών που εξαγγέλλουν ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία;
Πώς θα υποστηριχθεί η «αλλαγή του δημοσιονομικού μείγματος» για το οποίο μιλάει ο Γιάννης Στουρνάρας, δεδομένου ότι μέχρι το 2022 η χώρα θα πρέπει να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ, ενώ για το 2023 ο πήχης πέφτει οριακά στο 3%;

Είναι δεδομένο ότι και τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα θα βρίσκεται υπό καθεστώς επιτήρησης, κάτι που σημαίνει ότι η άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής δεν θα είναι αποκλειστικά στα χέρια της κυβέρνησης, αλλά θα τελεί και πάλι υπό την έγκριση των δανειστών.
Και δεν είναι μόνο η πενταετία 2019-2023 κατά την οποία υπάρχουν ήδη συγκεκριμένοι δημοσιονομικοί στόχοι. Η επιτήρηση θα συνεχιστεί και μετά, μέχρι να αποπληρωθεί το 75% των δανείων που έχει εκταμιεύσει η χώρα από τους επίσημους μηχανισμούς στήριξης (EFSF, ESM κ.λπ.).
Είναι λοιπόν προφανές ότι τα περιθώρια αλλαγών στη φορολογική πολιτική είναι στενά. Υπ’ αυτή τη βασική αρχή καθεμιά από τις εμπλεκόμενες πλευρές αναπτύσσει την επιχειρηματολογία της.

Το υπερπλεόνασμα Τσακαλώτου
Η ανανέωση του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής για την περίοδο 2019-2022 αποτελεί προαπαιτούμενο της τέταρτης αξιολόγησης, το οποίο εκτός απροόπτου θα συζητηθεί μετά το Πάσχα. Η κυβέρνηση θέλει με κάθε τρόπο να εμφανίσει και στο ανανεωμένο μεσοπρόθεσμο την πρόβλεψη ότι την περίοδο μετά το 2018 θα δημιουργηθεί «δημοσιονομικός χώρος» 3,5 δισ. ευρώ, ο οποίος θα αξιοποιηθεί αποκλειστικά για τη μείωση των φορολογικών συντελεστών.

Από πού προκύπτει αυτός ο δημοσιονομικός χώρος και ποιος είναι ο προγραμματισμός για τη μείωση των συντελεστών; «Έχουμε ψηφίσει φορολογικές ελαφρύνσεις 3,5 δισ. ευρώ. Δεν μπορώ να σας πω ποιοι θα είναι οι συντελεστές που θα μειωθούν, αλλά μεγάλο μέρος αυτών των κονδυλίων θα διοχετευτούν για την ενίσχυση της μεσαίας τάξης, η οποία επλήγη στα χρόνια του τρίτου μνημονίου», είχε δηλώσει σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Τσακαλώτος.

Οι φορολογικές ελαφρύνσεις «μαμούθ» – καθώς ισοδυναμούν με τουλάχιστον έναν… ΕΝΦΙΑ – ενσωματώθηκαν στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, το οποίο πέρασε από τη Βουλή τον Μάιο του 2017, ένα πλαίσιο το οποίο αφορά την περίοδο 2018-2021. Φυσικά δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα, ούτε περιλαμβάνει συγκεκριμένες φορολογικές ελαφρύνσεις.

Τι λέει το μεσοπρόθεσμο; Ότι το 2019 δεν θα υπάρξει φορολογική ελάφρυνση, άρα η σημερινή κυβέρνηση, όποτε και αν γίνουν οι εκλογές, δεν θα κληθεί να υλοποιήσει κάποια δέσμευση. Το πρώτο «πακέτο» έχει ενσωματωθεί στον προϋπολογισμό του 2020 και είναι της τάξεως των 1,5 δισ. ευρώ. Για το 2021 ο λογαριασμός των ελαφρύνσεων ανεβαίνει στα 3,5 δισ. ευρώ.

Πώς θα γίνει όμως να προκύψουν οι πόροι για τη χρηματοδότηση της μείωσης των φορολογικών συντελεστών; Οι συνθήκες υπό τις οποίες θα γίνει αυτό είναι πολύ συγκεκριμένες:
1 Το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 θα πρέπει να φτάσει όχι στο 3,5%, που είναι η μνημονιακή δέσμευση, αλλά στο 4%. Αυτό σημαίνει ότι τα έσοδα θα πρέπει να υπερβούν τις δαπάνες κατά 7,817 δισ. ευρώ, επίδοση που δεν έχει επιτευχθεί ποτέ στην Ελλάδα. Ούτως ή άλλως ο μνημονιακός πήχης είναι ψηλά για την επόμενη χρονιά, καθώς πρέπει να εμφανίσουμε πλεόνασμα 6,834 δισ. ευρώ.
2 Το πρωτογενές πλεόνασμα του 2020 θα πρέπει να φτάσει επίσης το 4,01%, που σημαίνει ότι θα πρέπει να διαμορφωθεί στα 8,154 δισ. ευρώ. Όσο για το 2021, θέλουμε πλεόνασμα 8,518 δισ. ευρώ.

Αυτές οι επιδόσεις υπολογίζεται ότι θα προκύψουν αφού ληφθούν υπόψη και οι δαπάνες για τις φορολογικές ελαφρύνσεις για τις οποίες μίλησε ο Τσακαλώτος. Κάτι που σημαίνει ότι, πριν φτάσουμε στο σημείο να μοιράσουμε τα 3,5 δισ. ευρώ μέσα από τις μειώσεις φορολογικών συντελεστών, θα χρειαστεί να προκύψει πρωτογενές πλεόνασμα:
8,141 δισ. ευρώ το 2019 ή 4,17% του ΑΕΠ.
9,377 δισ. ευρώ το 2020 ή 4,62% του ΑΕΠ.
11,619 δισ. ευρώ το 2021 ή 5,5% του ΑΕΠ.

Το «πακέτο» Μητσοτάκη
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει δεσμευτεί ότι, αν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, ένα από τα πρώτα νομοσχέδια που θα φέρει στη Βουλή θα αφορά την αναδιάρθρωση του φορολογικού πλαισίου. Κατά καιρούς ο Μητσοτάκης έχει γίνει πολύ συγκεκριμένος και έχει αναφερθεί:
Στη μείωση του φόρου στις επιχειρήσεις στο 20%, από 29% σήμερα.
Στη μείωση του φόρου μερισμάτων στο 5%, από 15% σήμερα.
Στη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30%.
Στην αύξηση του ορίου υπαγωγής ΦΠΑ στα 25.000 ευρώ, από 10.000 ευρώ σήμερα (αυτό αποτελεί και μνημονιακή υποχρέωση και ενδεχομένως να υλοποιηθεί πριν από τις εκλογές).
Στην καθιέρωση εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή στα φυσικά πρόσωπα 9%, από 22% σήμερα.
Στην καθιέρωση νέας, προοδευτικής, φορολογικής κλίμακας με ανώτατο φορολογικό συντελεστή πολύ χαμηλότερο από τον σημερινό που φτάνει το 55% (45% + 10% εισφορά αλληλεγγύης), με κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης.
Στη μείωση του ΦΠΑ με καθιέρωση δύο συντελεστών 11% και 22%, από 13% και 24% σήμερα.

Η Νέα Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η εφαρμογή ενός τέτοιου πακέτου μέτρων θα κινητοποιήσει τις δυνάμεις της αγοράς και θα οδηγήσει σε ταχύτατη ανάπτυξη συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην υπερκάλυψη των δημοσιονομικών απωλειών που θα υπάρξουν από τις μειώσεις των φορολογικών συντελεστών.

Πρέπει να σημειωθεί ότι το δημοσιονομικό κόστος των μειώσεων στις οποίες αναφέρεται η Νέα Δημοκρατία είναι τεράστιο, καθώς αγγίζει φόρους που έχουν πολύ μεγάλη δημοσιονομική απόδοση. Μόνο η μείωση του βασικού συντελεστή της κλίμακας από το 22% στο 9% μπορεί να έχει δημοσιονομικό κόστος άνω των 2 δισ. ευρώ, καθώς αγγίζει το σύνολο της βάσης των φορολογουμένων, ενώ 1 δισ. ευρώ επιπλέον προστίθεται από τη μείωση κατά περίπου ένα τρίτο του συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων.

Είναι εξαιρετικά αμφίβολο το κατά πόσον θα μπορέσει να περάσει ένα τέτοιο «πακέτο» από τους δανειστές σε μια χρονιά κατά την οποία το κύριο βάρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου θα πέσει στο να σταλεί μήνυμα προς τις αγορές ότι η Ελλάδα θα παραμείνει πιστή στη μεταρρυθμιστική της προσπάθεια.

Θα επιτρέψουν από τον πρώτο κιόλας χρόνο εξόδου στις αγορές να προχωρήσουν τέτοιες μειώσεις φορολογικών συντελεστών;

Το νέο μείγμα Στουρνάρα
«Η τεχνοκρατική» άποψη του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κινείται σε διαφορετικό μήκος κύματος από αυτό των πολιτικών κομμάτων, αλλά ουσιαστικά παραπέμπει και πάλι σε μειώσεις φορολογικών συντελεστών. Ουσιαστικά ο Στουρνάρας θεωρεί ότι έχει επέλθει φορολογική κόπωση και ότι, αργά ή γρήγορα, τα φορολογικά έσοδα από τις τρέχουσες υποχρεώσεις θα αρχίσουν να παίρνουν την κάτω βόλτα.

Ο διοικητής της ΤτΕ αναγνωρίζει την καλή πορεία του κρατικού προϋπολογισμού και την εμφάνιση υπερπλεονασμάτων μέσα στο 2017. Ωστόσο, όπως αναφέρεται στην έκθεσή του, «τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού δείχνουν ότι η υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου για το 2017 προέρχεται κυρίως από την αύξηση των εσόδων παρελθόντων οικονομικών ετών (κατασχέσεις, πρόσθετοι φόροι από οικειοθελή αποκάλυψη εισοδημάτων, ρυθμίσεις οφειλών), που συνδέεται πρωτίστως με συγκυριακούς λόγους, αλλά και από τη μείωση των δημόσιων δαπανών».

«Αντιθέτως, η αύξηση των εσόδων από άμεσους και έμμεσους φόρους είναι οριακή, παρά την αύξηση των φορολογικών συντελεστών και την επιβολή νέων φόρων. Αυτό επιβεβαιώνει την άποψη για φορολογική κόπωση των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας και υποδηλώνει την αναγκαιότητα αλλαγής του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Ποια θα πρέπει να είναι η αλλαγή του μείγματος και πώς θα χρηματοδοτηθεί; Το ερώτημα δεν απαντάται ούτε από τον διοικητή της ΤτΕ.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ