Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Γεωπολιτικός σεισμός στην ευρύτερη Μέση Ανατολή

Πολλοί από τους εμπλεκομένους υποκρίνονται ψυχραιμία και επιχειρούν να υποβαθμίσουν τις εξελίξεις. Όμως τα γεγονότα των τελευταίων ημερών στην ευρύτερη Μέση Ανατολή ισοδυναμούν με γεωπολιτικό σεισμό. Δεν συμβαίνει, άλλωστε, κάθε ημέρα να αποκηρύσσουν, λ.χ., οι 57 χώρες του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας τις ΗΠΑ ως (αποκλειστικό) μεσολαβητή στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση ή να κατονομάζει ο Σύμβουλος Ασφαλείας του Λευκού Οίκου τη δεύτερη μεγαλύτερη χώρα του ΝΑΤΟ ως χορηγό της τρομοκρατίας και απειλή για τα αμερικανικά συμφέροντα.

Στο σημείο τομής των δύο αυτών εξελίξεων βρίσκεται η όλο και πιο απρόβλεπτη Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν. Και στο φόντο τους, η απόφαση-σοκ του Ντόναλντ Τραμπ την προηγούμενη εβδομάδα να αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ: μία “πράξη διπλωματικού βανδαλισμού” κατά τους “Financial Times”, η οποία επιταχύνει, παρά φρενάρει, την ενίσχυση των ανταγωνιστών των ΗΠΑ στην περιοχή.

Ούτως ή άλλως, η συγκυρία αντιστοιχεί σε “τέλος εποχής” – μιας εποχής που εγκαινιάσθηκε από την “Αραβική Άνοιξη” του 2011, αν όχι την εισβολή στο Ιράκ το 2003, και σημαδεύτηκε από τη “στρατηγική του χάους”, την υποδαύλιση των σεκταριστικών ανταγωνισμών και την κατάλυση κρατικών οντοτήτων για να καταλήξει στην αιματηρή, δαπανηρή, αλλά εντέλει αποτυχημένη απόπειρα “αλλαγής καθεστώτος” στη Δαμασκό, με τη βοήθεια τζιχαντιστών στρατολογημένων από όλο τον πλανήτη.

Το έτος της ανατροπής

Η ανακατάληψη του ανατολικού Χαλεπίου τέτοιες ημέρες πέρσι από τον κυβερνητικό στρατό της Συρίας και τους Ρώσους και Ιρανούς συμμάχους του ήταν το σημείο καμπής. Δώδεκα μήνες μετά, και ενώ έχει μεσολαβήσει η εξάλειψη του Ισλαμικού Κράτους ως εδαφικής οντότητας (με την παράλληλη προέλαση Σύρων, Ιρακινών, αλλά και της αραβοκουρδικής συμμαχίας ανταρτών που στηρίζουν οι ΗΠΑ) αναδύεται μία νέα τάξη πραγμάτων.

Κύρια χαρακτηριστικά της είναι η διαπιστωμένη αδυναμία των ΗΠΑ να υπαγορεύσουν τη φυσιογνωμία της “επόμενης ημέρας”, η ανησυχία του Ισραήλ για την παρουσία ιρανικών δυνάμεων στα βόρεια σύνορά του, η ήττα των Κούρδων του Ιράκ μετά το δημοψήφισμα περί ανεξαρτητοποίησης που προκάλεσε ο Μασούντ Μπαρζανί, οι όλο και πιο σπασμωδικές πρωτοβουλίες του διαδόχου της Σαουδικής Αραβίας ο οποίος από το ανελέητο σφυροκόπημα της Υεμένης πέρασε στον αποκλεισμό του Κατάρ (και άρα την διάσπαση του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου), για να καταλήξει στην εκκαθάριση των λοιπών πριγκίπων του βασιλείου.

Αλλαγή στρατοπέδου

Όμως η πιο ενοχλητική για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της εξέλιξη ήταν η αποσκίρτησητης Τουρκίας του Ταγίπ Ερντογάν, η οποία από θερμός θιασώτης της ανατροπής του Άσαντ και από μέγας αφανής προστάτης των τζιχαντιστών βρέθηκε στις αγκάλες της Ρωσίας και του Ιράν, με τις οποίες πλέον σχεδιάζει από κοινού το πολιτικό μέλλον της Συρίας. Ο λόγος αυτής της θεαματικής μετατόπισης θα πρέπει να αναζητηθεί στην απώλεια της εμπιστοσύνης των Τούρκων ιθυνόντων προς τη Ουάσινγκτον μετά την παροχή αμερικανικού οπλισμού στους Κούρδους της αδελφής οργάνωσης του ΡΚΚ στη βόρεια Συρία – πόσω μάλλον μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016, τον σχεδιασμό του οποίου ο Ταγίπ Ερντογάν αποδίδει στον εγκατεστημένο στις ΗΠΑ ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν.

Ήδη η συνάντηση κορυφής των Βλαντίμιρ Πούτιν, Ταγίπ Ερντογάν και Χασάν Ροχανί στο Σότσι στις 22 Νοεμβρίου οπτικοποίησε τα χαρακτηριστικά του νέου συσχετισμού – και του (αυτο)αποκλεισμού από τις διαβουλεύσεις για το αύριο της περιοχής μιας Ουάσινγκτον ακόμη απορροφημένης από το Russiagate. Μάλιστα Ρωσία και Ιράν έσπευσαν έκτοτε να ανακοινώσουν το ουσιαστικό τέλος των επιχειρήσεων κατά του Ισλαμικού Κράτους – υπονοώντας ότι η παρουσία 2.000 Αμερικανών κομάντος στην κουρδοκρατούμενη βορειοανατολική Συρία έχει χάσει κάθε νομιμοποίηση. Εξού και οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους μιμήθηκαν την κίνηση απονέμοντας εις εαυτούς την τιμή να έχουν νικήσει το Ισλαμικό Κράτος.

Η περιοδεία νίκης του Πούτιν στην Ανατολική Μεσόγειο

Όμως το ποια είναι πραγματικά η νέα εποχή το έδειξε χαρακτηριστικά η περιοδεία-εξπρές του Βλάντιμιρ Πούτιν τη Δευτέρα στην ανατολική Μεσόγειο. Ο Ρώσος ηγέτης ξεκίνησε τη μέρα του με απροειδοποίητη επίσκεψη στη ρωσική αεροπορική βάση Χμέιμιμ της Συρίας, όπου εν μέσω θερμώ εναγκαλισμών με τον Άσαντ, ανακοίνωσε στο στρατιωτικό προσωπικό (πάνω στην ώρα για τις προεδρικές εκλογές του Μαρτίου…) ότι η αποστολή του ολοκληρώθηκε επιτυχώς και πλησιάζει η ώρα του επαναπατρισμού – με διατήρηση, εννοείται, για αρκετές δεκαετίες τόσο της συγκεκριμένης βάσης όσο και του ναυτικού σταθμού της Ταρτούς, ο οποίος μάλιστα θα επεκταθεί.

Η ημέρα συνεχίσθηκε με την προγραμματισμένη επίσκεψη του Βλαντίμιρ Πούτιν στο Κάιρο, όπου ο Ρώσος πρόεδρος επικύρωσε με τον στρατάρχη Σίσι συμφωνία για την δημιουργία του πρώτου αιγυπτιακού πυρηνικού σταθμού ηλεκτροπαραγωγής, ενώ συζητήθηκαν και οι ρωσικές επενδύσεις στην ειδική ζώνη της Διώρυγας του Σουέζ και (πιθανότατα) οι βλέψεις της Ρωσίας για περισσότερο ενεργό ρόλο, με τη βοήθεια της Αιγύπτου, για τη σταθεροποίηση της Λιβύης. Σημειώνεται ότι το αιγυπτιακό πολιτικο-στρατιωτικό κατεστημένο, επίσης, αντιμετωπίζει με καχυποψία τις ΗΠΑ, μετά τη βραχύβια προεδρική θητεία του Μοχάμαντ Μόρσι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, μολονότι η χώρα κατά τα λοιπά αποτελεί τον μεγαλύτερο αποδέκτη αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας παγκοσμίως μετά το Ισραήλ. Εξαιρετικά τεταμένες, λόγω ακριβώς των διαφορετικών στάσεων απέναντι στη Μουσουλμανική Αδελφότητα, είναι βέβαια οι σχέσεις της Αιγύπτου με την Τουρκία, ενώ κρίσιμη για την αιγυπτιακή οικονομία είναι η γενναιοδωρία της Σαουδικής Αραβίας στην οποία μάλιστα ο Σίσι πρόσφατα χάρισε με δικαστική απόφαση δύο διαφιλονικούμενες νησίδες στα στενά του Τιράν.

Το τρίτο ραντεβού του Ρώσου προέδρου της Δευτέρα ήταν αυτό με τον Ταγίπ Ερντογάν στην Άγκυρα, όπου συζητήθηκαν τα θέματα της Συρίας, της κρίσης Ιερουσαλήμ, αλλά και της αγοράς ρωσικών συστημάτων S-400 από την Τουρκία. Αρκεί και μόνο να σημειώσει κανείς ότι επρόκειτο για την έβδομη συνάντηση των δύο ηγετών εντός του 2017.

Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν ότι η απόφαση των ΗΠΑ να αναγνωρίσουν την Ιερουσαλήμ ως την πρωτεύουσα του Ισραήλ αποσταθεροποιεί τη Μέση Ανατολή, ενώ ο Πούτιν τόνισε, επίσης, ότι η Ρωσία ελπίζει να υπογράψει συμβάσεις πίστωσης για την αμυντική βιομηχανία με την Τουρκία στο κοντινό μέλλον.

Κρεμλίνο καλεί Λευκό Οίκο

Όμως η ξέφρενη δραστηριότητα του Βλαντίμιρ Πούτιν δεν σταμάτησε στην περιοδεία της Δευτέρας. Με ενδιάμεσο σταθμό την καθιερωμένη μαραθώνια συνέντευξη Τύπου για το τέλος του έτους την Πέμπτη (όπου δεν έλειψαν τα ανοίγματα προς τον Ντόναλντ Τραμπ προσωπικά), ο ισχυρός άνδρας του Κρεμλίνου είχε λίγες ώρες αργότερα την ευκαιρία μιας “συνδιάλεξης κορυφής” με τον ένοικο του Λευκού Οίκου. Πρόκειται για δείγμα του ότι, παρά τη φιλολογία του Russiagate που σε μεγάλο βαθμό παρέλυσε τη Ουάσινγκτον, ο Τραμπ δεν παραιτείται από τη διατήρηση ανοικτών διαύλων με τη Μόσχα και συμφιλιώνεται, εκών άκων, με τα νέα δεδομένα στη Μέση Ανατολή. Την ίδια ώρα, οι δύστροποι σύμμαχοι εξακολουθούν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους. Από τη μια η Σαουδική Αραβία ζήτησε την ανάληψη “άμεσης δράσης” κατά του Ιράν, ενώ, από την άλλη, ο Ερντογάν προανήγγειλε πρωτοβουλία στα Ηνωμένα Έθνη για την άρση της απόφασης Τραμπ περί Ιερουσαλήμ.

Η Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης “πέταξε το γάντι” στη Ουάσινγκτον

Ούτως ή άλλως, ο Τούρκος πρόεδρος είχε τις ημέρες αυτές την τιμητική του στο διεθνές στερέωμα, ως προεδρεύων και οικοδεσπότης της έκτακτης συνεδρίασης του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας την Τετάρτη στην Κωνσταντινούπολη, με αντικείμενο την κρίση της Ιερουσαλήμ.

Για τον Ερντογάν το στοίχημα ήταν και προσωπικό. Έχοντας από την πρώτη στιγμή αυτοδεσμευτεί σε μια σκληρή στάση, ο Τούρκος πρόεδρος έφθασε ρητορικά στο σημείο να αποδώσει “ευαγγελική σιωνιστική νοοτροπία” στον Αμερικανό πρόεδρο και αναρωτηθεί ειρωνικά αν ο Τραμπ νομίζει ακόμη ότι ασχολείται με τις αγοραπωλησίες ακινήτων. Και, βέβαια, οι βαριές εκφράσεις, που αντάλλαξε ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό, υπήρξαν εφάμιλλες του “πολέμου λέξεων” που είχε ξεσπάσει για το σφυροκόπημα της Γάζας το 2009.

Κατά μία έννοια, η κρίση της Ιερουσαλήμ αποτελεί θεόσταλτο δώρο για τον Τούρκο πρόεδρο ο οποίος το τελευταίο διάστημα υποχρεούνταν, μεταξύ άλλων, να παρακολουθεί το καθημερινό ροκάνισμα του κύρους του στην αμερικανική δικαστική αίθουσα, όπου συνεχίζεται η δίκη του αντιπροέδρου της κρατικής τουρκικής τράπεζας Halkbank για τις τουρκικές παραβιάσεις των κυρώσεων κατά του Ιράν.

Ηχηρές απουσίες

Η Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης ανέδειξε μια καινοφανή διάθεση για ενότητα, αλλά και διαιρέσεις που δεν υποχωρούν. Τα 57 κράτη-μέλη του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης δεν εκπροσωπήθηκαν όλα σε εξίσου υψηλό επίπεδο. Η Ιορδανία (προεδρεύουσα του Αραβικού Συνδέσμου και προστάτιδα των μουσουλμανικών προσκηνυμάτων της Ιερουσαλήμ), η Παλαιστινιακή Αρχή, το Ιράν, το Κατάρ, το Κουβέιτ, το Αζερμπαϊτζάν συμμετείχαν σε επίπεδο κορυφής. Όχι όμως και η Σαουδική Αραβία, το Μπαχρέιν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ή η Αίγυπτος….

Το Ριάντ σίγουρα δεν ενθουσιάζεται με την εικόνα εξωαραβικών δυνάμεων, όπως η Άγκυρα και η Τεχεράνη, να παίρνουν τα ηνία ενός σώματος που ιδρύθηκε το 1969 και πορεύτηκε έκτοτε υπό σαουδαραβική εν πολλοίς καθοδήγηση. Πράγματι, έρευνα του γνωστού Ινστιτούτου Pew εμφανίζει τον Ερντογάν ως τον δημοφιλέστερο πολιτικό στο κοινό της Μέσης Ανατολής.

Το ψήφισμα της συνόδου της Κωνσταντινούπολης, με το οποίο αναγνωρίζεται η ανατολική Ιερουσαλήμ ως η (κατεχόμενη) πρωτεύουσα του κράτους της Παλαιστίνης, καλούνται τα λοιπά κράτη να προβούν σε αντίστοιχη αναγνώριση, χαρακτηρίζονται άκυρες οι αποφάσεις Τραμπ και τονίζεται ότι λόγω μεροληψίας έχει πλέον απαξιωθεί ο μεσολαβητικός ρόλος των ΗΠΑ στην ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση είναι ένα πολύ σημαντικό κείμενο. Ακόμη και υπό την επιφύλαξη ότι ο Οργανισμός Ισλαμικής Συνεργασίας αποτελεί κυρίως “λέσχη φλυαρίας” – αν και, προφανώς, ο Ερντογάν οραματίζεται έναν πιο “ακτιβιστικό” ρόλο.

Το Ισραήλ προσκαλεί τον Σαουδάραβα διάδοχο

Το “κοινό μυστικό” της Μέσης Ανατολής ότι ο Σαουδάραβας βασιλιάς και ο αχαλίνωτος γιος και διάδοχός του βρίσκονται σε ανοιχτή γραμμή με τον Τραμπ μέσω του προεδρικού γαμπρού Τζάρεντ Κούσνερ και ενθαρρύνονται να συμπράξουν με το Ισραήλ σε ένα αμερικανικής ενθάρρυνσης ειρηνευτικό σχέδιο το οποίο θα επισημοποιεί την ήττα των Παλαιστινίων έλαβε την οιονεί επιβεβαίωσή του από τη δήλωση του Ισραηλινού υπουργού Πληροφοριών, Γισραέλ Κατς, ότι έχει απευθυνθεί πρόσκληση στον πρίγκιπα Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν να επισκεφθεί την κατάλληλη στιγμή το εβραϊκό κράτος, παρά την απουσία διμερών διπλωματικών σχέσεων – προφανώς με μια διάθεση απομίμησης της ιστορικής επίσκεψης του Αιγύπτιου ηγέτη Ανουάρε ελ-Σαντάτ στην Ιερουσαλήμ το 1977. Κατά τον Ισραηλινό υπουργό, η Σαουδική Αραβία έχει μεγάλες δυνατότητες συνεργασίας με το Ιράν, ενώ θα μπορούσε να αναλάβει και την εκπροσώπηση των “πολυδιασπασμένων” Παλαιστινίων.

Απειλή η Τουρκία, σύμφωνα με το “δόγμα Τραμπ”!

Το νέο δόγμα στρατηγικής ασφαλείας των ΗΠΑ που θα παρουσιάσει τη Δευτέρα ο Ντόναλντ Τραμπ αναμένεται οπωσδήποτε με μεγάλο ενδιαφέρον. Όμως το περίγραμμά του έχει ήδη γίνει γνωστό από τοποθετήσεις του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου Χ.Ρ. ΜακΜάστερ – και διακρίνεται από την πρωτοτυπία να περιλαμβάνει στους αντιπάλους των ΗΠΑ μία χώρα σύμμαχό τους στο ΝΑΤΟ.

Το μήνυμα που έστειλε ο ΜακΜάστερ σε ομιλία με τον Βρετανό ομόλογό του ήταν σαφές – και αποδέκτη είχε τον Ταγίπ Ερντογάν. Η Τουρκία και το Εμιράτο του Κατάρκατονομάσθηκαν από τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ ως χώρες που διευκολύνουν την ισλαμιστική τρομοκρατία – με την οποία νοείται βασικά η Μουσουλμανική Αδελφότητα, με την οποία όντως τόσο η Άγκυρα όσο και το Κατάρ έχουν στενότατες σχέσεις.

Πρόκειται για το τρίτο επίπεδο των χωρών-στόχων που περιέγραψε ο ΜακΜάστερ και εκτιμάται και ότι θα δομούν και το “δόγμα Τραμπ”, μετά τις “αναθεωρητικές δυνάμεις” Ρωσία και Κίνα που επιθυμούν να ξανασχεδιάσουν τη διεθνή αρχιτεκτονική και τις χώρες που επενδύουν στα όπλα μαζικής καταστροφής όπως το Ιράν και η Βόρεια Κορέα.

“Οι άσχετοι με την πραγματικότητα ισχυρισμοί του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας ΜακΜάστερ ο οποίος λόγω του αξιώματός του πρέπει να ξέρει καλύτερα από όλους τον αγώνα που δίνει η χώρα μας κατά της τρομοκρατίας και του ριζοσπαστισμού, προκαλούν έκπληξη, είναι αβάσιμοι και απαράδεκτοι” ήταν η απάντηση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών. “Αναμένουμε” προστίθεται “από τις ΗΠΑ τις οποίες εξακολουθούμε να θεωρούμε φίλη και σύμμαχο, να εκθέσουν την ίδια προσέγγιση απέναντι στη χώρα μας και να πάψουν να υποστηρίζουν τρομοκρατικές οργανώσεις όπως η YPG (βραχίονας της διαμελιστικής τρομοκρατικής οργάνωσης PKK) υπό όποια ιδιότητα και παράσχουν πιο συγκεκριμένη και αποτελεσματική υποστήριξη στον αγώνα που δίνει η χώρα μας σε συμφωνία με τις παραδοσιακές συμμαχικές μας σχέσεις και με τη διεθνή νομιμότητα”…

capital.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ