Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Το «έγκλημα» της φέτας…

Ποια είναι η αλήθεια για την ελληνική φέτα; Τι συνέβη στην Ευρωβουλή; Πόσο κινδυνεύει η ελληνική φέτα στις αγορές του εξωτερικού; Ο καθηγητής Δημήτρης Κουρέτας απαντά σε όλα τα εύλογα ερωτήματα και ξεκαθαρίζει τον μύθο από την πραγματικότητα, σε μία άκρως διαφωτιστική συνέντευξή του στον Θανάση Μαυρίδη.

– Κύριε Κουρέτα τι χάσαμε από την ψηφοφορία στην Ευρωβουλή. Θα πρέπει να ομολογήσουμε ότι όσοι δεν παρακολουθούμε τα πράγματα από πολύ κοντά έχουμε μία συγκεχυμένη εικόνα για το τι πραγματικά συνέβη. Χάσαμε τη φέτα;

Δεν συνέβη απολύτως τίποτα! Δεν χάσαμε την ελληνική φέτα κι αυτό που συνέβη με τον Καναδά δεν δημιουργεί κάποιου είδους ουσιαστικό πρόβλημα για τους Έλληνες παραγωγούς. Κάποιοι όμως έχασαν πολιτικά κι αναφέρομαι στους ευρωβουλευτές της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού, επειδή υπάκουσαν στα ευρωπαϊκά κόμματα στα οποία ανήκουν και ψήφισαν υπέρ της CETA, που περιελάμβανε και το θέμα της φέτας.

Νομίζω ότι οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ενήργησαν πιο έξυπνα. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε συμφωνήσει πέρυσι να ψηφίσει την CETA και τελικά ψήφισε «όχι», θέλοντας έτσι να εξαργυρώσουν το θέμα αυτό πολιτικά στο εσωτερικό της χώρας. Επί της ουσίας, πάντως, πρόκειται για μία μάχη εντυπώσεων και όχι ουσίας. Για να είμαστε περισσότερο δίκαιοι, η ουσία βρίσκεται μακριά από εκεί που την αναζητούν οι λαϊκιστές.

– Ο Καναδάς θα βγάζει πλέον ελληνική φέτα.

Όχι, κάνετε λάθος. Δεν μπορεί να βγάλει ελληνική φέτα, ούτε καν φέτα. Αλλά τυρί τύπου φέτας. Να μην παραπληροφορούμε τον κόσμο. Και μάλιστα πρόκειται για ένα τυρί που παράγεται από αγελαδινό γάλα. Καλό θα ήταν να μην μπορούσε να το κάνει ούτε κι αυτό. Αλλά σας ξαναλέω ότι δεν υπάρχει πραγματική ζημιά.

Οι εξαγωγές των τυροκομικών προϊόντων γίνονται κατά 90% προς τις χώρες της ΕΕ, όπου το προϊόν προστατεύεται. Δεν έχει νόημα να καταναλώνουμε τις δυνάμεις μας για αγορές όπου δεν έχουμε πωλήσεις ή αυτές είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Για παράδειγμα στην Νότιο Αφρική πουλήσαμε πέρυσι φέτα αξίας 40.000 ευρώ.

– Ναι, αλλά μπορούμε φέτος να πουλήσουμε 200.000 και του χρόνου ένα εκατομμύριο και ούτε καθεξής.

Δεν είναι έτσι. Να τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Καταρχήν τις εξαγωγές μπορούμε να τις αυξήσουμε εκεί όπου το προϊόν έχει ζήτηση. Επίσης, πρέπει να προσέξουμε την διατήρηση της ποιότητας του προϊόντος. Φανταστείτε ένα υπέροχο προϊόν, όπως αυτό της ελληνικής φέτας, να καταστρέφεται, επειδή οι Έλληνες παραγωγοί χρησιμοποιούν γάλα που δεν προέρχεται από πρόβατα ελληνικών φυλών! Αυτό είναι πραγματικό πρόβλημα. Με αυτό θα έπρεπε να ασχολούνται εκείνοι που θέλουν να βοηθήσουν τον έλληνα κτηνοτρόφο και την ελληνική οικονομία.

Προσέξτε! Ο κανονισμός είναι σαφής. Δεν ξέρω τι θα συμβεί αν οι Ευρωπαίοι αποφασίσουν να κάνουν έλεγχο. Και δεν νομίζω ότι δεν γνωρίζουν το πρόβλημα και την έκτασή του. Κι αυτό που σας αναφέρω είναι μόνο ένα από τα θέματα που θα έπρεπε να αντιμετωπίσουμε. Αλλά στην Ελλάδα έχουμε μάθει να δίνουμε μεγαλύτερο βάρος στις εντυπώσεις και λιγότερο στην ουσία. Σκεφτείτε απλά ότι αν καταφέρναμε να αυξήσουμε την παραγωγή κατά 50% θα δημιουργούσαμε τουλάχιστον 80.000 νέες θέσεις εργασίας. Από την άλλη πλευρά, είναι εξωφρενικό να μιλάμε γι αυτό, όταν κινδυνεύεις να έρθουν εδώ οι ελεγκτές και να χάσουμε την γη κάτω από τα πόδια μας. Κι όχι μόνο εξωφρενικό, αλλά και απαράδεκτο από κάθε άποψη.

– Για να καταλάβουμε, μας λέτε ότι η φέτα που τρώμε δεν είναι όπως ακριβώς την ορίζουν οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί;

Σας λέω ότι η αύξηση της ζήτησης αντιμετωπίστηκε με ανορθόδοξο τρόπο. Τα γαλλικά πρόβατα δεν ανήκουν στις ελληνικές φυλές, όπως λένε οι κανονισμοί. Για εμένα έχει σημασία να διαφυλάξουμε την ποιότητα του προϊόντος. Μεγαλύτερη σημασία από το αν θα πουλήσουμε φέτος φέτα αξίας ακόμη 10.000 ευρώ στην Νότια Αφρική!

– Τι πρέπει να συμβεί;

Να υπάρχει ένα σχέδιο, το οποίο σήμερα δεν υπάρχει. Ο καθένας κάτι ό,τι θέλει. Κι εδώ όλα γίνονται στην τύχη και χωρίς κανόνες. Για παράδειγμα, αυτοί που χρησιμοποιούν γαλλικά πρόβατα δεν είναι μόνο ότι ρισκάρουν να χάσουμε την πιστοποίηση, αλλά δημιουργούν και συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού στους συναδέλφους τους. Αντί να προστατεύουμε τον παραγωγό που επιμένει να τηρεί τους κανόνες, τον τιμωρούμε, αφήνοντας ατιμώρητο εκείνον που τους παραβιάζει. Αλλά αυτό συμβαίνει σε πάρα πολλούς τομείς της Οικονομίας.

Χρειαζόμαστε ένα σχέδιο. Τι θέλουμε να κάνουμε. Πως θα το κάνουμε, ποιος θα το επιβλέπει. Το πρώτο είναι το σχέδιο. Το δεύτερο θα είναι να επενδύσουμε στο Ινστιτούτο Αγροτικής Έρευνας. Σήμερα το Ινστιτούτο στους 1.000 εργαζόμενους έχει 900 διοικητικούς. Το αποτέλεσμα; Ο σταθμός των Σερρών έκλεισε, λόγω έλλειψης εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού. Κι αυτό ήταν πλήγμα, αφού τα σερραϊκά πρόβατα είναι μία από τις πιο σημαντικές ελληνικές φυλές.

– Χρειάζεται και έρευνα…

Αν πάτε στο εξωτερικό, στις Βόρειες χώρες, θα δείτε ταμπέλες στον δρόμο που σας οδηγούν σε φάρμες των Πανεπιστημίων. Εκεί λοιπόν οι φοιτητές παράγουν προϊόντα και μάλιστα τα πουλάνε. Στην Ελλάδα έχουμε 51 τμήματα που ασχολούνται με την παραγωγή. Να μην πούμε τώρα τι κάνει η πλειοψηφία αυτών των τμημάτων. Πως θα έχουμε όμως ανάπτυξη σε αυτόν τον τομέα δίχως μία ουσιαστική σύνδεση της παραγωγής με τα Πανεπιστήμια και την έρευνα;

Δείτε το θέμα της φέτας. Έχουμε ένα προϊόν που θα το χαρακτηρίζαμε δώρου Θεού. Και πως το μαθαίνει ο τυροκόμος να το παράγει; Από μόνος τους, όπως συνέβαινε και το 1960! Δεν υπάρχουν σχολές. Μόνο αυτή στα Γιάννινα που παίρνει κάθε χρόνο 30 άτομα. Στην Ελασσόνα δεν υπάρχει σχολή. Δεν ξέρω πως φτάσαμε σε αυτό το σημείο. Ο Αβέρωφ που έβλεπε μπροστά είχε στείλει πριν 50 χρόνια νέους ανθρώπους στην Ιταλία και όταν επέστρεψαν έβγαλαν το τυρί Μετσοβόνε, το οποίο πωλείται σήμερα πανάκριβα. Δεν υπήρξε συνέχεια από άλλους ανθρώπους σε αυτό που έκανε ο Αβέρωφ…

– Στέκεστε αρκετά στο θέμα των τιμών…

Φυσικά! Χρειαζόμαστε υψηλή ποιότητα, αλλά και κέρδος για τον Έλληνα παραγωγό. Το κέρδος δεν έρχεται μόνο με την υψηλή τιμή πώλησης. Αλλά και με την μείωση του κόστους παραγωγής. Κι έτσι επιστρέφουμε πίσω στο θέμα της έρευνας. Διότι μόνο με την έρευνα μπορεί να αντιμετωπιστεί το κόστος των ζωοτροφών. Ή ακόμη κι αυτό της απόδοσης των προβάτων. Σε όλο τον κόσμο συμβαίνει αυτό. Και με τις αγελάδες και με τα πρόβατα και με τα ψάρια ακόμη.

– Πάντως, έχει υπάρξει αύξηση της παραγωγής τα τελευταία χρόνια.

Όχι μεγάλη. Και δεν μπορεί να υπάρξει αν δεν αυξηθεί ο ζωικός πληθυσμός. Αλλά σας είπα ότι αυτά δεν γίνονται επειδή κάποιος πολιτευτής αποφασίζει να μοιράσει ψεύτικες υποσχέσεις στους ψηφοφόρους του. Κι επειδή ακούω πολλούς υπερπατριώτες να κόπτονται για την φέτα, θα σας δώσω μία πληροφορία που νομίζω ότι πρέπει να την εξετάσουν οι παραγωγοί με μεγάλη προσοχή και σοβαρότητα. Από το 2012 υπάρχει ο ευρωπαϊκός κανονισμός ισχυρισμών υγείας των τροφίμων, ο 432 του 2012. Αν τον είχαμε εφαρμόσει θα μπορούσαμε να πετύχουμε υψηλότερες τιμές πώλησης στο προϊον. Νομίζω μέχρι και 100%. Κι αυτό διότι η ελληνική φέτα έχει έξι (6) χρήσιμους ισχυρισμούς υγείας που αφορούν πολλά σημεία του σώματός μας. Αλλά κι αυτό δεν γίνεται σε μία νύκτα. Θέλει δουλειά, θέλει κόπο και οργάνωση.

Με άλλα λόγια: Έχουμε ένα καταπληκτικό προϊόν που το κακοποιούμε. Δεν επενδύουμε στην έρευνα, ούτε καν στην εκπαίδευση των ανθρώπων που ασχολούνται με την παραγωγή της φέτας. Και θα μπορούσαμε να το πουλάμε υψηλότερα, καθώς η φέτα κάνει καλό.

Θα μπορούσαμε να κάνουμε πολλά. Όχι μόνο στην φέτα. Αλλά πριν απ’ αυτό χρειάζεται να εγκαταλείψουμε τις λογικές του εύκολου κέρδους. Με μέθοδο και εργατικότητα μπορούμε να καταφέρουμε αρκετά πράγματα.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ