Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024

Η Ρωσοτουρκική προσέγγιση και οι γεωπολιτικές επιδιώξεις της Μόσχας

Είμαστε μάρτυρες μιας ολικής επαναπροσέγγισης Ρωσίας – Τουρκίας, η οποία ξεκίνησε πριν από μερικούς μήνες ύστερα από τη συγγνώμη του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και φτάνει στο αποκορύφωμα της με την επίσκεψη του στην Αγία Πετρούπολη. Κατά πολλούς αναλυτές, η κίνηση αυτή θα πρέπει να μελετάται ως ένα κομμάτι της ευρύτερης Ρωσικής γεωστρατηγικής.

Προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί τη θέση της στο κέντρο της Ευρασίας, η Ρωσία ακολουθεί μια τακτική «διαίρει και βασίλευε», η οποία μπορεί να αυξήσει τη σχετική ισχύ της έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία αποτελούσε τον κυρίαρχο παράγοντα του υφιστάμενου status quo. Η πολιτική ασάφειας ως προς την επαναπροσέγγιση συμμάχων και εχθρών είναι μέρος αυτής της επιδιωκόμενης τακτικής που εφαρμόζεται τον τελευταίο χρόνο, παρότι είναι αρκετά ριψοκίνδυνη λόγω του ότι στηρίζεται στην υπόθεση της έλλειψης αξιόπιστων εναλλακτικών στρατιωτικών επιλογών. Παρόλα αυτά φαίνεται να αποδίδει καρπούς, δεδομένου ότι, ορισμένα κράτη επιχειρούν έναν αναπροσανατολισμό της εξωτερικής τους πολιτικής στρεφόμενα προς τη Ρωσία, τροχοδρομώντας επάνω σε μια πορεία που συμβαδίζει με το καλώς εννοούμενο για τις ίδιες εθνικό συμφέρον. Μάλιστα ορισμένα κράτη από αυτά είτε αποτελούσαν παραδοσιακούς συμμάχους της Αμερικής, είτε δεν είχαν ιδιαίτερη σχέση με τη Ρωσία.

Μέσα από στοχευμένες κινήσεις, η Ρωσία θέλει να περάσει την αίσθηση της ρευστότητας του κλίματος, κάνοντας έτσι εύκολα κατανοητό στις υπόλοιπες χώρες ότι οι φιλίες και οι έχθρες δεν είναι επ’ουδενί δεδομένες.

Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της πώλησης μαχητικών ελικοπτέρων στο Πακιστάν, καθώς και η έναρξη των διαπραγματεύσεων ενός συνολικότερου πακέτου οπλικών συστημάτων προς την ίδια χώρα. Μια απρόβλεπτη κίνηση, καθώς το Πακιστάν είναι ο κύριος εχθρός της Ινδίας, δεδομένου ότι η τελευταία αποτελεί έναν παραδοσιακό σύμμαχο της Μόσχας και τη μεγαλύτερη αγορά των οπλικών συστημάτων της. Σε αυτό έρχεται να προστεθεί και η στρατιωτική συμφωνία με το Αζερμπαϊτζάν, το οποίο βρίσκεται σε μια εμπόλεμη κατάσταση με την Αρμενία (άλλον ένα στενό σύμμαχο της Ρωσίας) με αφορμή τον Αρμενικό θύλακα Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

Τέλος, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως εντυπωσιακή και ως ένα σημείο ξαφνική, η αναθέρμανση των σχέσεων της με τη Σαουδική Αραβία, άλλη μια χώρα η οποία είναι εχθρός ενός ρωσικού συμμάχου, το Ιράν και σε ανταγωνιστική σχέση με την Πετρούπολη δεδομένης της σημασίας που έχει για την τελευταία η παραγωγή πετρελαίου και οι επιπτώσεις από τη χαμηλή τιμή του. Όμως, η πιο εντυπωσιακή εξέλιξη ήταν η σύναψη στρατιωτικής συμφωνίας Ρωσίας – Ισραήλ, ενός παραδοσιακού συμμάχου της Ουάσινγκτον και σημαντικό παράγοντα του υποσυστήματος της περιοχής.

Είναι σαφές ότι, όλες αυτές οι κινήσεις, συνθέτουν το μοτίβο με το οποίο κινείται η Ρωσία στη περιοχή της Ευρασίας, θέλοντας να εδραιώσει τη θέση της γεμίζοντας το κενό που (φαίνεται ότι) έχουν αφήσει οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αποδεσμευμένη από τα δεσμά της παραδοσιακής φιλίας ή έχθρας με τα άλλα κράτη, είναι ελεύθερη να αξιοποιήσει και να χειριστεί τις Ευρασιατικές χώρες προς όφελος της, και να αλλάξει το υφιστάμενο Αμερικανοκρατικό status quo.

Όλες αυτές οι εξελίξεις φέρνουν στην επιφάνεια τις γνωστές σε όλους τους επαΐοντες του χώρου, θεωρίες γεωπολιτικής και ειδικότερα εκείνη που επικεντρώνεται στην περιοχή της Ευρασίας με κύριο εκφραστή τον John Spykman. H Heartland, η καρδιά της Ευρασίας δηλαδή, αποτελεί το ρυθμιστικό παράγοντα στο διεθνές σκηνικό, αλλά την περιορίζει η Ευρασιατική περιφέρεια, γνωστή και ως Rimland. Στο ίδιο πλαίσιο ο Mackinder, διανοητής της γεωπολιτικής του οποίου οι απόψεις έκαναν την εμφάνισή τους κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου σε μια περίοδο που ΗΠΑ και ΕΣΣΔ ανταγωνίζονταν η μία την άλλη για επαύξηση της επιρροής τους και κατίσχυση στην περιοχή της Ευρασίας, τόνιζε ότι εάν μόνο μία δύναμη κατάφερνε να ελέγξει την «παγκόσμια νήσο» της Ευρασίας, οι ναυτικές δυνάμεις θα το έβρισκαν πολύ δύσκολο να εξισορροπήσουν την ισχύ της.

Με δεδομένη τη φιλοδοξία της Ρωσίας να ελέγξει τη Heartland σε συνδυασμό με την κυριαρχική (ακόμα και τώρα) παρουσία των ΗΠΑ μέσω του τεράστιου δικτύου συμμάχων στην περιοχή της Rimland, μπορούμε κάλλιστα να μιλήσουμε για την πρόκληση να βρεθούμε μπροστά σε ένα ρωσικό γρίφο όσον αφορά την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η ρωσική πολιτική το επόμενο διάστημα. Είναι φανερό ότι παρατηρείται μια αλλαγή πλεύσης από τη Ρωσία, από μια συντηρητική υπερδύναμη με παραδοσιακούς συμμάχους και εχθρούς, σε ένα εξωστρεφή γίγαντα έτοιμο να ρισκάρει πολλά, για να αποκτήσει περισσότερα. Εξάλλου η γεωπολιτική είναι ένα πεδίο δραστηριοτήτων στο οποίο αρέσκεται ο Ρώσος πρόεδρος Βλάντιμιρ Πούτιν.

Μένει να φανεί αν οι ΗΠΑ θα δεχτούν αγόγγυστα τις ρωσικές ενέργειες ή θα εισέλθουν σε έναν ευρύτερο γεωπολιτικό ανταγωνισμό που σε πολλά σημεία έχει μια ψυχροπολεμική όσμωση.

Παναγιώτης Καρυτσιώτης 

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ