Τρίτη, 19 Μαρτίου, 2024

Τα εργασιακά στην αρένα της διαπραγμάτευσης

Βαρόμετρο για τη στάση των Ευρωπαίων ο Μοσκοβισί – επίσκεψη στην Αθήνα στις 18 Ιουλίου

«Όσο πιο γρήγορα τόσο καλύτερα» δείχνει να είναι τις τελευταίες μέρες το μότο της κυβέρνησης και δη του υπουργείου Οικονομικών όσον αφορά την υλοποίηση του προγράμματος και την επόμενη αξιολόγηση.

Στις δηλώσεις του μετά το Ecofin ο Ευκλείδης Τσακαλώτος φάνηκε να ευθυγραμμίζεται με το κλίμα που μεταφέρουν οι επίσημες και ανεπίσημες δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων τις εβδομάδες μετά το βρετανικό δημοψήφισμα και οι οποίες δείχνουν στην κατεύθυνση της γρήγορης εφαρμογής του ελληνικού προγράμματος και της ανάληψης της «ιδιοκτησίας» του, χωρίς καθυστερήσεις και άρα «αντάρτικα» και χωρίς… χαλάρωση.

Σε ό,τι αφορά τους χρόνους, φαίνεται η κυβέρνηση να συμμορφώνεται στις υποδείξεις των δανειστών, ωστόσο αυτό δεν είναι ασύνδετο και από το περιεχόμενο της διαπραγμάτευσης. Η τελευταία, μετά τα πρώτα σήματα που εκπέμφθηκαν μέσω των προαναφερόμενων δηλώσεων, πλέον φαίνεται να κινείται στο παρασκήνιο, με την κυβέρνηση να ζυγίζει τα δεδομένα σε σχέση με τα εργασιακά, την όποια χαλάρωση στην υλοποίηση και το αίτημα για μικρότερα πλεονάσματα μετά το 2018. Αν τα μηνύματα που λαμβάνει δεν είναι ενθαρρυντικά, δύσκολα θα θέσει επισήμως ζήτημα χαλάρωσης και πλεονασμάτων.

Αξιολόγηση φαστ τρακ

Τι είπε λοιπόν ο Τσακαλώτος; Παρόλο που (όπως τόνισε) η Ελλάδα δεν ήταν στην ατζέντα του Eurogroup της 11ης Ιουλίου (μια μέρα πριν από το Ecofin) ούτε επίσημα ούτε ανεπίσημα κι επομένως δεν υπήρξε «ούτε συζήτηση, ούτε σύσταση»,

♦ εξέφρασε την αισιοδοξία ότι η δεύτερη αξιολόγηση θα προχωρήσει πολύ γρήγορα,

♦ υπογράμμισε ότι «η Ελλάδα κερδίζει από τη γρήγορη εκτέλεση του προγράμματος και δεν έχουμε κανένα συμφέρον να καθυστερήσει αυτή η διαδικασία».

Την ίδια ώρα ο κλοιός φαίνεται να σφίγγει περί τα εργασιακά, επί των οποίων ουσιαστικά η διαπραγμάτευση έχει ξεκινήσει, καθώς οι «έξω», όπως είπαμε, πιέζουν η δεύτερη αξιολόγηση να ολοκληρωθεί γρήγορα, ει δυνατόν εντός του Οκτωβρίου, ενώ πρωθυπουργός και υπουργός Οικονομικών, έχοντας «ενσωματώσει» αυτήν την «οδηγία», παρέχουν με κάθε ευκαιρία τις ανάλογες διαβεβαιώσεις.

Το ΔΝΤ επιχειρεί να διευρύνει την ατζέντα και να θέσει ζήτημα κατάργησης του 13ου και του 14ου μισθού, μείωσης του κατώτατου μισθού, χορήγησης ευελιξίας στις επιχειρήσεις για μείωση μισθολογικού κόστους κ.λπ. Αυτά έρχονται προστεθούν στην «επίσημη» ατζέντα των ομαδικών απολύσεων, της αλλαγής του συνδικαλιστικού νόμου και της επαναφοράς των συλλογικών συμβάσεων. Το τελευταίο είναι η κυβερνητική συμβολή (και διεκδίκηση) στην ατζέντα των εργασιακών, αν και το μνημόνιο αναφέρει ότι «οι αλλαγές στις πολιτικές για την αγορά εργασίας δεν πρέπει να συνεπάγονται επιστροφή σε παλαιότερα πλαίσια πολιτικής, ασύμβατα με τους στόχους της προώθησης μιας βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης». Και όταν το μνημόνιο μιλά για «βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη», εννοεί πάντα στο πλαίσιο της λιτότητας. Άλλωστε το ίδιο το μνημόνιο παραπέμπει στις «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές» (τις οποίες συχνά επικαλείται η κυβέρνηση), που δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας διά της ευελιξίας και της περαιτέρω ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων.

Ενδείξεις

Για να επιστρέψουμε στις απαιτήσεις των δανειστών, αυτές καταγράφηκαν και στο έγγραφο που αποκάλυψε τις προηγούμενες μέρες ο «Ελεύθερος Τύπος» και διά του οποίου οι θεσμοί φέρονται να θέτουν την ατζέντα τους περί τα εργασιακά ενώπιον της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση δεν αρνήθηκε την ύπαρξη του εγγράφου αυτού, ωστόσο ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος διευκρίνισε ότι αυτό δεν απευθύνεται προς την κυβέρνηση, αλλά πρόκειται για υπόμνημα της Επιτροπής των Ειδικών, η οποία θα εξετάσει τις διάφορες πτυχές της συγκεκριμένης ατζέντας και το πώς αποτυπώνονται σε αυτήν οι «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές».

Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές δε, το έγγραφο αυτό επί της ουσίας αποτυπώνει την ατζέντα του ΔΝΤ περί τα εργασιακά, καθώς οι Ευρωπαίοι δεν έχουν πάρει ακόμη θέση. Το πώς τοποθετούνται οι Ευρωπαίοι σχετικά με τα εργασιακά διερευνά προς το παρόν ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος. Αποκορύφωμα των διερευνητικών επαφών του υπουργού θα αποτελέσει η συνάντηση με τον Ευρωπαίο επίτροπο Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί κατά την επίσκεψη που πραγματοποιεί στην Αθήνα στις 18 Ιουλίου (την ερχόμενη Δευτέρα).

Στο μεταξύ από την κυβέρνηση επιχειρείται να αναδειχθούν οι «θετικοί οιωνοί»:

♦ Αφενός ότι οι κοινωνικοί εταίροι με τους οποίους συναντήθηκε ο Κατρούγκαλος (ΓΣΕΕ, ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΤΕ), συντάσσονται με την κυβέρνηση σε ένα κοινό «μέτωπο» κατά του ΔΝΤ και των απαιτήσεων για μείωση του κατώτατου μισθού μέσω της κατάργησης επιδομάτων και τριετιών, της απελευθέρωσης των ομαδικών απολύσεων, αλλά και της περαιτέρω ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει αναφέρει κατά καιρούς ότι «τις ομαδικές απολύσεις δεν τις θέλει κανείς στο εσωτερικό».

♦ Αφετέρου κυβερνητικά στελέχη παραπέμπουν στην εκτίμηση ότι όσο η ευρωπαϊκή ηγεσία είναι αντιμέτωπη μετά το Brexit με προβλήματα της «μεγάλης εικόνας» στην Ε.Ε., στρατηγικής φύσης δηλαδή, δεν θέλει να επανέλθει στο προσκήνιο μια νέα ελληνική κρίση, με αφορμή τα εργασιακά, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την ευρωζώνη και το μήνυμα που θα δοθεί στις αγορές.

Ωστόσο, όπως είπαμε και πριν, η επίσκεψη Μοσκοβισί αναμένεται να αποτελέσει βαρόμετρο για τα εργασιακά αλλά και τα πλεονάσματα. Η κυβέρνηση ευελπιστεί ότι οι Ευρωπαίοι, όπως και στην πρώτη αξιολόγηση, θα αποτελέσουν «ανάχωμα» στο ΔΝΤ για τα εργασιακά, ωστόσο το ερώτημα είναι αν μια τέτοια εκτίμηση είναι βάσιμη δεδομένων των εργασιακών μεταρρυθμίσεων που επιχειρούνται στη Γαλλία.

Όσο για το μέτωπο του Νότου και των προοδευτικών δυνάμεων, στο οποίο προσβλέπει η κυβέρνηση για συμμάχους, μια πρώτη γεύση πήραμε με αφορμή την εκκίνηση της διαδικασίας επιβολής κυρώσεων στην Πορτογαλία και την Ισπανία. Γαλλία και Ιταλία άφησαν την ελληνική κυβέρνηση να «εκτεθεί» ζητώντας να μην επιβληθούν κυρώσεις και ακολούθησαν με πιο «στρογγυλές» διατυπώσεις κι ενώ οι ενδιαφερόμενες χώρες δεν αντέδρασαν στη διαδικασία εκκίνησης επιβολής κυρώσεων – γνωρίζοντας πιθανότατα εκ των προτέρων ότι υπάρχει «παράθυρο» μη επιβολής κυρώσεων ή επιείκειας. Ωστόσο, σύμφωνα με δημοσιεύματα, αν η Πορτογαλία και η Ισπανία (οι οποίες τυπικώς βρίσκονται σε μεταμνημονιακή φάση επιτήρησης) αναμένεται να αντιμετωπιστούν με επιείκεια, δεν αναμένεται να συμβεί το ίδιο και με την Ελλάδα, η οποία είναι ακόμη σε μνημονιακή φάση.

topontiki.gr

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ