Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024

Η πολυσυλλεκτικότητα πέθανε;

Του Σάκη Μουμτζή

Το κυρίαρχο μοντέλο πάνω στο οποίο οργανώθηκε η πολιτική ζωή της χώρας, μετά την Μεταπολίτευση, ήταν των δύο μεγάλων μαζικών κομμάτων, που στις εκλογικές αναμετρήσεις συγκέντρωναν αθροιστικά ποσοστά που ξεπερνούσαν το 80%.

Βασική αιτία αυτού του φαινομένου-που έχει βαθιές ιστορικές ρίζες- ήταν οι ανάγκες συγκεκριμένων και πολυάριθμων κοινωνικών ομάδων να αποκτήσουν μαζί με την οικονομική τους ανέλιξη και πολιτική ισχύ.

Επειδή αυτά τα κοινωνικά στρώματα είχαν εν πολλοίς και αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, τα κόμματα που επιζητούσαν να τα εκφράσουν πολιτικά ήταν υποχρεωμένα να εκφέρουν έναν αόριστο λόγο και να εκπονούν γενικόλογα πολιτικά προγράμματα. Με το χτίσιμο των πελατειακών δικτύων τα δύο μεγάλα κόμματα επεδίωκαν να δέσουν τους ψηφοφόρους τους, καθώς η πλήρης ικανοποίηση των προεκλογικών- και όχι μόνον- υποσχέσεων ήταν αδύνατη. Γιατί η πολυσυλλεκτικότητα ήταν και αίτιο και αιτιατό του πελατειακού κράτους.

Η ικανή και αναγκαία συνθήκη για να συντηρηθεί αυτό το καθεστώς ήταν η ύπαρξη άφθονης ρευστότητας στην οικονομία που ικανοποιούσε, εν όλω ή εν μέρει, τις απαιτήσεις των ψηφοφόρων –πελατών, που φυσικά δεν τους ενδιέφερε η προέλευση αυτής της ρευστότητας. Αν δηλαδή προερχόταν από τον παραγόμενο εγχώριο πλούτο ή από δανεισμό. Κάπως έτσι τα δύο μεγάλα κόμματα συντήρησαν τους δεσμούς τους με τους ψηφοφόρους του.

Η έλευση της οικονομικής κρίσης εξαφάνισε την απαραίτητη συνθήκη της πολυσυλλεκτικότητας, την ρευστότητα στην οικονομία. Έτσι αναδιατάχθηκε πλήρως το πολιτικό σκηνικό. Ζήσαμε τις πολυδιασπάσεις των μεγάλων κομμάτων που οφειλόταν στην απροθυμία της εκλογικής τους βάσης να αποδεχθεί την νέα οικονομική κατάσταση και να προσαρμοστεί σε αυτήν. Πίστευαν πως στην ασκούμενη πολιτική υπήρχε εναλλακτική, που θα ικανοποιούσε τις παγιωμένες συμπεριφορές τους, τα μόνιμα αιτήματα τους.

Ως γνωστόν δε, η συνείδηση αλλάζει πολύ αργότερα από τις οικονομικο-κοινωνικές συνθήκες, στο μέτρο που αυτές την επηρεάζουν. Η επιβίωση αντιλήψεων, ιδεολογημάτων και προκαταλήψεων, επιβραδύνει σημαντικά την προσαρμογή των ανθρώπινων συνειδήσεων στην νέα κατάσταση. Αυτό έχει σαν άμεση συνέπεια και την αδυναμία των πολιτικών κομμάτων να εκφέρουν λόγο σύγχρονο των καταστάσεων, επιτείνοντας έτσι την ιδεολογική και πολιτική σύγχυση.

Είναι ενδεικτικό πως ο νικητής των εκλογών του Ιανουαρίου του 2015, υποσχέθηκε τα πάντα και στους πάντες και παρ’ όλα αυτά το ποσοστό του κυμάνθηκε περίπου στο 37% , δηλαδή 10% παραπάνω από το ποσοστό, που θεωρήθηκε ως συντριπτική ήττα για το κόμμα που ήρθε δεύτερο στις εκλογές του 2009.

Συνεπώς, από εδώ και μπρος η πολιτική τάξη της χώρας θα πρέπει να κινηθεί σε ένα περιβάλλον χωρίς ρευστότητα στην οικονομία, κάτι που θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην αλλαγή του πολιτικού υποδείγματος. Δηλαδή θα δώσει την ευκαιρία στα «μεγάλα» πολιτικά κόμματα να αποσαφηνίσουν τις ιδεολογικές τους θέσεις, να καταστήσουν τον λόγο τους ευκρινέστερο και να ξεφύγουν από την πελατειακή νόσο.

Πάντα το νέο έρχεται με ωδίνες και το παλιό αρνείται να φύγει. Έτσι, θα καταστούμε μάρτυρες μιας σκληρής αναμέτρησης. Επειδή το καινούργιο τώρα σχηματίζεται, το υποκείμενο που θα το εκφράσει είναι λογικό να βρίσκεται υπό διαμόρφωση. Δεν έχει συγκροτηθεί ακόμα, καθώς και σε αυτό η διαπάλη είναι έντονη. Το σίγουρο είναι πως το παλιό, σε όλη του την χυδαιότητα, το εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ