Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Οι «δικοί μας» δημοσιογράφοι…

Στον δημοσιογραφικό κόσμο, δεν προκαλούν ιδιαίτερη εντύπωση τα δημοσιεύματα εκείνα που φέρουν τον Α. Τσίπρα να επιδιώκει την τοποθέτηση φιλικών προς τον ΣΥΡΙΖΑ δημοσιογράφων σε μεγάλο εκδοτικό οργανισμό (ΔΟΛ). Λίγο ως πολύ, οι περισσότεροι δημοσιογράφοι έχουν βιώσει ανάλογες εμπειρίες. Δεν πρόκειται για μια πρωτόγνωρη τακτική. Ίσως για αυτό φαίνονται πειστικές οι αποκαλύψεις χωρίς απαραίτητα να έχει κάποιος άμεση γνώση των γεγονότων.

Όλες οι εξουσίες έχουν στόχο τον άμεσο ή έμμεσο έλεγχο των ΜΜΕ. Στη χώρα μας, οι σχετικές προσπάθειες γίνονται μ’ έναν σχεδόν ωμό τρόπο. Και δυστυχώς, θεωρείται και αυτό ως «κάτι που συνηθίζεται να συμβαίνει». Ιδιαίτερα τις παλιές ανέμελες εποχές, αλλά ακόμα και σήμερα, ένα τηλεφώνημα κάποιου πολιτικού προς έναν μιντιάρχη ή ένα επιτελικό στέλεχος ενός Μέσου ήταν μια υπόθεση ρουτίνας. Συνήθως, ζητούσαν προσωπική προβολή και αυτή ήταν η ήπια εκδοχή της υπόθεσης. Η πιο ακραία, όταν ζητούσαν την αλλαγή ενός δημοσιογράφου, επειδή αυτός και η δουλειά του δεν ήταν αρεστή στο κόμμα. Η προσωπική εμπειρία λέει πως, στις περισσότερες περιπτώσεις, τα αιτήματα έπεφταν στο κενό, άλλωστε οι πολιτικοί είχαν την ανάγκη, τα Μέσα παρέμεναν παντοδύναμα. Κάποιες φορές συνέβαινε το αντίθετο, ιδιαίτερα στα δημόσια ΜΜΕ.

Το πρόσφατο αφήγημα του Βήματος με τίτλο «Ο πρόεδρος και άλλες γάτες επί σκηνής» δεν είναι αποτελεί μόνο ένα κείμενο εξαιρετικής γραφής (συντάκτης Π. Παπαδόπουλος), αλλά είναι φανερό πως περιέχει αντικειμενικά γεγονότα, αφού αναφέρεται με στοιχεία «φωτογραφίζοντας» πρόσωπα, χώρους, αντικείμενα, ακόμα και λεπτομέρειες που είναι δύσκολο να διαψευστούν από την άλλη πλευρά (Τσίπρας). Το πρόβλημα της άλλης πλευράς, ωστόσο, δεν είναι πως αποκαλύπτονται με λεπτομέρειες οι επαφές της με εκπροσώπους Μέσων ενημέρωσης –κάτι σύνηθες–, αλλά ότι την ίδια εποχή δαιμονοποιούσε με ιδιαίτερα απαγγελτικό λόγο αυτούς με τους οποίους είχε τις επαφές. Δυο πρόσωπα δηλαδή από τον ίδιο άνθρωπο.

Το ουσιαστικό πρόβλημα, ωστόσο, είναι αυτό που περιγράφεται στην αρχή αυτού του σημειώματος. Πως οι προσπάθειες της μιας εξουσίας (πολιτικής) να ελέγξουν την άλλη (μιντιακή) αποτελούν για τη χώρα μας ένα μέρος του συνολικού πολιτικού παιχνιδιού. Ένα δεδομένο, για το οποίο μπορεί να έχουν αμοιβαία οφέλη οι δυο πλευρές (πολιτικοί – μιντιάρχες), αλλά από την οποία υπάρχει ένας μεγάλος ζημιωμένος, η δημοσιογραφία. Και κατ’ επέκταση, η ίδια η κοινωνία, αφού από την αυτήν προσδοκά ενημέρωση και έλεγχο των κάθε μορφής εξουσιών.

Η αλήθεια είναι πως υπάρχουν δημοσιογράφοι που δεν ενοχλούνται να χαρακτηρίζονται εκπρόσωποι πολιτικών φορέων. Δημοσιογράφοι που εύκολα, με άνεση και προφανώς με προσδοκώμενο όφελος ταυτίζονται με διάφορες εξουσίες οι οποίες με τη σειρά τους τούς χρησιμοποιούν για τους δικούς τους στόχους. Δημοσιογράφοι που τους βλέπουμε καθημερινά να καταγράφουν την επικαιρότητα (δεν αναφέρομαι σε αναλύσεις ή υποκειμενικές γνώμες και απόψεις) με το κομματικό τους φίλτρο. Αν κάποιος διαβάσει τα σχετικά δημοσιεύματα, θα παρατηρήσει πως «φωτογραφίζονται» δημοσιογράφοι ως οι επιθυμητοί από έναν συγκεκριμένο πολιτικό. Και δεν αντιδρούν.

Όπως η δεύτερη αλήθεια είναι πως δεν αντιδρούμε συνολικά ως συλλογική έκφραση δημοσιογράφων εδώ και χρόνια απέναντι σε τέτοια φαινόμενα, τα οποία είναι αδιανόητα σε κανονικές χώρες. Η συνολική απαξίωση του κλάδου (παρότι οι γενικεύσεις είναι ισοπεδωτικές και επικίνδυνες) έχει τις αιτίες του και σ’ αυτό. Στο ότι υπάρχουν πολιτικοί και κόμματα που αναφέρονται σε «δικούς μας» δημοσιογράφους…

Γιάννης Παντελάκης

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ