Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Ο Τσίπρας ως Ιανός

Είναι αξίωμα στην (ελληνική, πρωτίστως) πολιτική: μη δίνετε ιδιαίτερη σημασία σε όσα ακούτε στις προεκλογικές περιόδους. Κανονικά δεν πρέπει να δίνουμε καμιά σημασία, αφού είναι βέβαιο ότι η αλήθεια φτιασιδώνεται ή κρύβεται πίσω από περίτεχνες διατυπώσεις, αν δεν λέγονται χοντρά ψέματα. Αυτό ισχύει κυρίως για τα αντιπολιτευόμενα κόμματα, επειδή όσα έχουν κυβερνήσει (θα έπρεπε να) είναι πιο συγκρατημένα.

Με τον ΣΥΡΙΖΑ ισχύουν και τα δύο. Κυβέρνησε μεν εφτά μήνες, αλλά στην ουσία συμπεριφερόταν ως αντιπολιτευόμενη συμπολίτευση. Αντιπολιτευόταν τον ίδιο του τον εαυτό, ο οποίος ήταν διχασμένος ανάμεσα στις προεκλογικές πομφόλυγες και στην αδήριτη πραγματικότητα που βρήκε. Αντιπολιτευόταν τους Ευρωπαίους, από τους οποίους, κατά τα άλλα, ζητούσε βοήθεια, για να μη χρεοκοπήσει η χώρα και ο ίδιος γίνει πρόωρη παρένθεση στην κυβερνητική εξουσία. Αντιπολιτευόταν, πάνω απ’ όλα, την κοινή λογική, αφού έδειχνε να πιστεύει (υπάρχει και το ενδεχόμενο της σκόπιμης παραπλάνησης των ψηφοφόρων) ότι θα κατάφερνε, αυτή μόνη σε όλη της Ευρώπη, να αλλάξει τα δεδομένα, υποχρεώνοντας τις άλλες χώρες να αποδεχτούν τις απαιτήσεις της.

Τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ, ο «καθαρός», μετά την αποχώρηση των αριστεροπλατφορμιστών, είναι και κυβερνητικό κόμμα. Κανονικά θα έπρεπε να είναι μόνο τέτοιο. Όμως, προσπαθεί να πατάει σεδύο βάρκες. Η μία είναι του ρεαλισμού και της υπευθυνότητας, που απορρέουν από την-επτάμηνη, έστω-διακυβέρνηση. Η άλλη είναι η συνεχιζόμενη ρητορική, η οποία σε πολλά σημεία της θυμίζει τον ΣΥΡΙΖΑ πριν από τις 25 Ιανουαρίου και των πρώτων μηνών της κυβερνητικής περιόδου του.

Όποιος είχε την υπομονή να ακούσει όσα είπε ο Αλέξης Τσίπρας στην πρώτη προεκλογική τηλεοπτική του συνέντευξη (Alpha-εδώ) και στην ομιλία του στην πανελλαδική συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ-εδώ), κατάλαβε αμέσως ότι ο παραιτηθείς πρωθυπουργός εμφανίζεται πλέον με δύο πρόσωπα, ως άλλος Ιανός:

– Και μνημονιακός («σώσαμε τη χώρα με τη Συμφωνία που υπογράψαμε») και αντιμνημονιακός («δεν μας ανήκει αυτό το Πρόγραμμα, θα βρούμε αντισταθμιστικά»).

– Και όψιμος ρεαλιστής («χάσαμε από υπέρτερες δυνάμεις») και λαϊκιστής υποσχεσιολόγος («τις καλύτερες μέρες μας δεν τις ζήσαμε ακόμα»).

– Και λαοπλάνος («έχουμε ήσυχη τη συνείδησή μας ότι πράξαμε το σωστό») και κυνικός απολογητήςμιας αποτυχημένης εφτάμηνης πολιτικής, που κόστισε μερικά δισεκατομμύρια παραπάνω.

Θα ήταν, όντως, αυτοκτονικό να ζητήσει κάποιος από τον Τσίπρα να παραδεχτεί ότι είναι πλέον κι αυτός παλιός σαν και τους άλλους που ο ίδιος αποκαλεί «παλιούς», έστω κι αν το διάστημα που άσκησε εξουσία το αποτέλεσμα της πολιτικής τους δεν διέφερε από εκείνο των «παλιών»: Μνημόνιο εκείνοι, Μνημόνιο κι αυτός, η εξουσιαστική συμπεριφορά του ήταν παρόμοια, αν όχι ίδια κι απαράλλαχτη (αυθαιρεσίες στη Βουλή, ψηφοφορίες άρπα κόλα, διορισμοί, πελατειακές συμπεριφορές κ.ά).

Παρ’ όλα αυτά θα ήταν υπερβολή να πει κανείς ότι ο κ. Τσίπρας δεν δικαιούται να έχει μια δεύτερη ευκαιρία. Το ερώτημα είναι «ποιος Τσίπρας;». Απ’ όσα λέει φαίνεται ότι ίδιος προτιμά τον Τσίπρα-Ιανό. Τον Τσίπρα που υπόσχεται να εξουδετερώσει το Μνημόνιο που μόλις υπέγραψε, ενώ η πικρή αλήθεια είναι ότι, αν δεν εφαρμόσει τον Μνημόνιο, δεν θα μπορέσει, σε δεύτερη φάση, να απεγκλωβιστεί από αυτό. Αν πιστεύει ότι θα κοροϊδέψει τους κουτόφραγκους των Βρυξελλών, είναι μακριά νυχτωμένος. Ο Τσίπρας που υπόσχεται «καλύτερες μέρες», χωρίς να έχει δημιουργήσει τις στοιχειώδειςπροϋποθέσεις για να έρθουν, απλώς κοροϊδεύει, όπως και με το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης.

Τελευταίο, αλλά όχι έσχατο. Ο κ. Τσίπρας παίζει αδιέξοδο παιχνίδι όταν λέει ότι δεν θα συνεργαστεί με κανέναν από τους «παλιούς». Και το χειρότερο είναι ότι το γνωρίζει πολύ καλά. Λέγοντάς το, όμως, το μόνο που κάνει είναι να δημιουργεί μια νέα γενιά (άλλων) αριστεροπλατφορμιστών στο κόμμα του, που θα του φύγουν αύριο, (ότ)αν υποχρεωθεί να συνεργαστεί με ορισμένους από τους «παλιούς». Και τότε δεν θα μπορεί να επικαλεστεί ούτε άγνοια ούτε απειρία ούτε τους εχθρούς τους ριζοσπαστισμού του.

Ο κίνδυνος να γίνει πρόωρη παρένθεση η πρώτη αριστερή κυβέρνηση είναι σήμερα προ των πυλών. Αλλά γι’ αυτό φταίνε οι δικές της επιλογές του περασμένου επταμήνου και η σημερινή τακτική «και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ». Αν ο κ. Τσίπρας νομίζει ότι η τακτική της παραπλάνησης απέδωσε, ας τη συνεχίσει.

Αν δεν πιστεύει τον ευαγγελιστή που λέει ότι «η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης», ας προσέξει τον αφορισμό του Αβραάμ Λίνκολν: «Μπορείς να εξαπατάς τους πάντες για λίγο, τους λίγους για πάντα, αλλά δεν μπορείς να εξαπατάς τους πάντες για πάντα».

του Γιώργου Καρελιά

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ